Ἡ σύγχρονη Δύση παρουσιάζεται ὡς τὸ ἀπόγειο τοῦ ἀνθρώπίνου πολιτισμοῦ· ὡς κληρονόμος τῆς Ῥώμης, τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος καὶ τῆς Χριστιανικῆς παραδόσεως· ὡς ἡ φυσικὴ συνέχεια τοῦ λόγου, τοῦ δικαίου καὶ τῆς ἐλευθερίας.
Ὅμως, πίσω ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἀφήγημα κρύβεται μιὰ ἄλλη ἱστορία· ἡ ἱστορία τῆς κατακτήσεως ἑνὸς πολιτισμένου κόσμου ἀπὸ βαρβάρους, καὶ τῆς παραχαράξεως μιᾶς κληρονομιάς ποὺ ποτὲ δὲν ἀφομοιώθηκε.
Ἐὰν θέλουμε νὰ κατανοήσουμε τὸν σημερινὸν πολιτικὸ κόσμο — τὴν ψυχολογία τῆς Εὐρώπης, τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο σκέπτεται ἡ Ἀμερική, τὴν κρίση τῶν ἀξιῶν καὶ τὴν ἐμμονὴ μὲ τὴν ἰσχύ — πρέπει νὰ ἐπιστρέψουμε στὴν ἀρχή· στὴν στιγμή ποὺ ἡ Ῥώμη ἔπαψε νὰ εἶναι Ῥώμη, καὶ ἡ Δύση γεννήθηκε ἀπὸ τὰ ἐρείπια ἑνὸς κόσμου ποὺ ποτὲ δὲν κατάλαβε.
Αὐτὸ εἶναι τὸ ἀντικείμενο τῆς σειράς. Θὰ δούμε πῶς ἐγεννήθη ἡ σύγχρονη Δύση· ὄχι ὅπως ἐπιθυμεῖ νὰ θυμᾶται ἡ ἴδια, ἀλλὰ ὅπως πραγματικὰ ὑπῆρξε· ὡς μιὰ ἱστορία βαρβαρικῶν κατακτήσεων, σφετερισμοῦ καὶ μιμήσεως, ἀπὸ τὴν ὁποία διαμορφώθηκε ἡ νοοτροπία ποὺ ἔως σήμερον κυβερνᾷ τὸν κόσμον.
Στὰ τέλη τοῦ 5ου αἰῶνος, ἡ Δυτικὴ Ῥωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία καταρρέει ὑπὸ τὸ βάρος τῶν εἰσβολῶν. Οἱ Βάνδαλοι, οἱ Βησιγότθοι, οἱ Ὀστρογότθοι, οἱ Φράγκοι — λαοὶ χωρὶς γραφή, χωρὶς πόλεις, χωρὶς πολιτικὴ παράδοση — καταλαμβάνουν τὶς ῥωμαϊκὲς ἐπαρχίες.
Τὸ 410, ἡ ἴδια ἡ Ῥώμη λεηλατεῖται. Τὸ 476, ὁ Ὀδόακρος καθαιρεῖ τὸν τελευταῖο αὐτοκράτορα, καὶ ἡ Δύση μένει χωρὶς κέντρο, χωρὶς θεσμούς, χωρὶς παιδεία. Δὲν πρόκειται γιὰ «μετάβαση», ἀλλὰ γιὰ κατάρρευση ἑνὸς κόσμου ποὺ δὲν ἠδυνήθη νὰ ἀντέξει τὴν βαρβαρότητα ποὺ τὸν περικύκλωνε.
Τὰ γερμανικὰ φύλα ἐγκαθίστανται στὶς ἐπαρχίες τῆς Ἀυτοκρατορίας, ἀλλὰ δὲν συνεχίζουν τὴν Ῥώμη· τὴν λεηλατοῦν. Κληρονομοῦν τὰ ἐδάφη της, ἀλλὰ οὔτε τὴν γλῶσσα, οὔτε τὴν διοίκηση, οὔτε τὴν παιδεία της.
Οἱ νέοι ἄρχοντες τῆς Εὐρώπης προσπαθοῦν νὰ μιμηθοῦν τὴν Ῥώμη, χωρὶς νὰ τὴν ἐννοοῦν. Χρησιμοποιούν λατινικοὺς τίτλους, τηροῦν ῥωμαϊκὰ σύμβολα, φοροῦν πορφυρὲς χλαμύδες· ἀλλὰ πίσω ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια, ἡ οὐσία παραμένει βαρβαρική. Ἡ ἐξουσία στηρίζεται στὴ βία, ὁ πλοῦτος στὴ λεηλασία, καὶ ὁ σεβασμὸς στὴν καταγωγὴ τοῦ ξίφους.
Ἡ Ῥώμη ἦταν θεμελιωμένη στὴν ἰδέα τῆς τάξεως καὶ τοῦ νόμου. Οἱ κατακτητὲς της τὴν ἀντικαθιστοῦν μὲ τὸ ἔθιμο καὶ τὴν αὐθαιρεσία. Ὁ πολιτισμένος κόσμος περνᾷ στὰ χέρια ἀνθρώπων ποὺ δὲν γνώρισαν τὸν μόχθο τῆς γνώσεως οὔτε τὴν ἄσκηση τοῦ νοῦ.
Μέσα σὲ αὐτὸ τὸ χάος, ὁ μόνος θεσμὸς ποὺ ἐπιβιῶνει εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλὰ ἀποκομμένη ἀπὸ τὸ ῥωμαϊκὸ πλαίσιο, μεταμορφώνεται. Ὁ ἐπίσκοπος Ῥώμης γίνεται ὁ μόνος σταθερὸς πόλος ἰσχύος, καὶ ἡ πνευματικὴ καθοδήγηση μετατρέπεται σὲ πολιτικὴ διοίκηση.
Ἔτσι, ἡ πίστη τῶν κατακτητῶν προσλαμβάνει τὴ μορφὴ τῆς ἐξουσίας. Ἡ θρησκεία παύει νὰ εἶναι βίωμα ἀληθείας, καὶ γίνεται ὄργανο ἐνότητος. Ὁ Πάπας γίνεται Καῖσαρ, καὶ ὁ Καῖσαρ, ὑπηρέτης τοῦ Πάπα.
Ὁ κόσμος ποὺ γεννιέται ἀπὸ αὐτὴ τὴ συνύπαρξη θὰ ἀποτελέσει τὸν πρῶτο πυρήνα τῆς μεσαιωνικῆς Δύσεως· μιᾶς κοινωνίας ὅπου ἡ βία νομιμοποιεῖται ὡς θεία τάξη, καὶ ἡ σκέψη ὑπακούει στὴν ἱεραρχία.
Οἱ βάρβαροι βασιλεῖς θαυμάζουν τὴν Ῥώμη, ἀλλὰ δὲν τὴν κατανοοῦν. Θέλουν νὰ τὴν ξαναφτιάξουν, ἀλλὰ χωρὶς τὶς ἀρετὲς της. Χτίζουν ναοὺς καὶ παλάτια, ἀλλὰ χωρὶς καλλιέργεια τοῦ πνεύματος. Δανείζονται τὸν Χριστιανισμό, ἀλλὰ χωρὶς τὴν ἄσκηση ποὺ τὸν διαμόρφωσε· γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀργότερα θὰ τὸν ἀλλοιώσουν.
Ἡ Εὐρώπη ἀναγεννᾷ μορφὲς, ὄχι οὐσίες. Ἀντιγράφει τὴ γλῶσσα, τὴν τέχνη, τὰ βιβλία, ἀλλὰ χωρὶς τὴ μνήμη ποὺ τὰ γέννησε. Ἡ λεγομένη «Ἀναγέννηση» θὰ ἀποτελέσει, αἰῶνες ὕστερα, τὴν κορύφωση αὐτῆς τῆς μιμήσεως· ἐπιστροφή στὰ κείμενα, ἀλλὰ χωρὶς τὸ πνεῦμά τους. Ὁ ἄνθρωπος θὰ μάθῃ νὰ διαβάζει, ἀλλὰ ὄχι νὰ κατανοῇ.
Αὕτη εἶναι ἡ πραγματικὴ ἀπαρχὴ τῆς Δύσεως. Δὲν προέρχεται ἀπὸ τὴ Ῥώμη, ἀλλὰ ἀπὸ τοὺς λαοὺς ποὺ τὴν κατέλαβαν. Ἡ ψυχολογία τῆς ἰσχύος, ἡ λατρεία τῆς τεχνικῆς, ἡ πεποίθηση ὅτι ὁ ἄνθρωπος κυβερνᾷ τὴ φύση, εἶναι ἀπόηχοι ἐκείνης τῆς πρώτης ἐποχῆς, ὅταν ἡ βαρβαρότητα ἐνίκησε τὸν πολιτισμό καὶ ἔλαβε τὴ θέση του φορώντας τὴ στολή του.
Κάτω ἀπὸ τὸν θόρυβο τῆς προόδου, ὁ δυτικὸς κόσμος κουβαλεῖ ἀκόμη ἐκεῖνη τὴ διπλὴ καταγωγή· τὸν πολιτισμὸ ποὺ κατέκτησε καὶ τὴ βαρβαρότητα ποὺ δὲν ξεπέρασε. Αὐτὸς ὁ διχασμὸς ἐξηγεῖ τὴν ἀλαζονεία, τὴν νευρικότητα καὶ τὴν ἀστάθεια τῶν δυτικῶν κοινωνιῶν ἕως σήμερα.
Δὲν πρόκειται ἀπλῶς γιὰ ἱστορία, ἀλλὰ γιὰ τὸ θεμέλιο τῆς σημερινῆς πολιτικῆς πραγματικότητος. Οἱ σύγχρονες ἀποφάσεις, οἱ συγκρούσεις, οἱ πόλεμοι, ἡ ἰδέα τῆς «παγκοσμίας ἡγεμονίας», πηγάζουν ἀπὸ ἐκεῖνη τὴν μακρινὴ ἐποχή.
Ἐὰν θέλουμε νὰ κατανοοῦμε σωστὰ τὴν πολιτικὴ ἐπικαιρότητα — νὰ βλέπουμε τί κρύβεται πίσω ἀπὸ τὶς εἰδήσεις, τὶς συμμαχίες, τὰ συμφέροντα καὶ τοὺς θεσμούς — ὀφείλουμε πρῶτα νὰ γνωρίσουμε τὴν ἀληθινὴ ἀπαρχὴ τῆς Δύσεως.
Γιατὶ μόνον ὅποιος γνωρίζει πῶς γεννήθηκε ἕνας κόσμος, μπορεῖ νὰ προβλέψει καὶ πῶς θὰ τελειώσει.

